ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΔΡΑΜΑΤΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1.1 Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας απευθύνεται σε όλα τα μέλη της Πανελλήνιας Επαγγελματικής Ένωσης Δραματοθεραπευτών και Παιγνιοθεραπευτών ( Π.Ε.Ε.Δ.Π.).
1.2 Στόχος του Κ.Δ. είναι να επισημάνει στα μέλη της Ένωσης την ευθύνη τους απέναντι στην ιδιότητα του ψυχοθεραπευτή, του επόπτη και του εκπαιδευτή καθώς και στη σχέση τους με τους θεραπευόμενους ,τους εκπαιδευόμενους, τους εποπτευόμενους, τους συναδέλφους και τους φορείς με τους οποίους συνεργάζονται.
1.3 Η συμμετοχή στην Π.Ε.Ε.Δ.Π. προϋποθέτει ότι τα μέλη της αποδέχονται και λειτουργούν σύμφωνα με τον ισχύοντα Κώδικα Δεοντολογίας.
2. Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
2.1 Η Δραματοθεραπεία ως ψυχοθεραπευτική προσέγγιση είναι μία δυναμική διαδικασία μεταξύ ενήλικα/ παιδιού σχολικής ηλικίας και θεραπευτή, στην οποία το άτομο εξερευνεί με τους δικούς του ρυθμούς και με τη δική του διάταξη θέματα περασμένα και τωρινά, συνειδητά και ασυνείδητα, τα οποία επηρεάζουν τη ζωή του στο παρόν. Ο εσωτερικός πλούτος του ατόμου διευκολύνεται μέσω της θεραπευτικής συμμαχίας για να επέλθει ανάπτυξη και αλλαγή.
2.2 Η Δραματοθεραπεία έχει ως κεντρικό άξονα το θεραπευόμενο. Στη θεραπευτική διαδικασία το παιχνίδι και η δράση αποτελούν το πρωταρχικό μέσο ενώ ο λόγος συμπληρώνει και πλαισιώνει τη δράση.
2.3 Οι ανθρώπινες αξίες, ο σεβασμός στον άνθρωπο είναι για τα μέλη της Π.Ε.Ε.Δ.Π. πρωταρχικής σημασίας. Ο τρόπος με τον οποίο τα μέλη ασκούν τη θεραπευτική, εποπτική και εκπαιδευτική πρακτική είναι σύμφωνος με τις αρχές της παρούσας δεοντολογίας.
2.4 Βασικές αρχές που διέπουν τη θεραπευτική διαδικασία είναι η εχεμύθεια και η εμπιστοσύνη καθώς και η έλλειψη οποιασδήποτε διάκρισης με κριτήριο το φύλο, το θρήσκευμα, την ιδεολογία, την καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την εθνικότητα ή το χρώμα.
3. Η ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ
3.1 Ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο σπουδών του πριν την πρακτική εξάσκηση επαγγέλματος.
3.2 Ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να χρησιμοποιεί τίτλους σπουδών που ανταποκρίνονται στα πραγματικά επαγγελματικά του προσόντα.
3.3 Απαραίτητη προϋπόθεση για την εξάσκηση της ψυχοθεραπευτικής πρακτικής αποτελεί η συμπλήρωση των απαιτούμενων ωρών προσωπικής θεραπείας.
3.4 Αποτελεί παράβαση των επαγγελματικών κανόνων οι Δραματοθεραπευτές να εξασκούν πρακτική χωρίς τακτική εποπτεία.
3.5 Ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να συντηρεί ανοδικά την επαγγελματική του ανάπτυξη, να παρακολουθεί τις επιστημονικές εξελίξεις του κλάδου του και να εξελίσσει τις θεραπευτικές δεξιότητές του. Η Δια Βίου Μάθηση κρίνεται απαραίτητη.
3.6 Ο Δραματοθεραπευτής χρειάζεται να προσφέρει κάποιες υπηρεσίες του δωρεάν για το κοινό καλό, «pro bono publicο».
4. ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ
4.1 Κατά τη διάρκεια των συνεδριών ο Δραματοθεραπευτής πρέπει να παίρνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των θεραπευομένων.
4.2 Ο τρόπος δουλειάς που χρειάζεται να γίνει θα πρέπει να συμφωνηθεί με τον ενδιαφερόμενο και γενικότερα με τυχόν άλλους επαγγελματίες που τον βοηθούν.
4.3 Μεταγενέστερες επαναδιαπραγματεύσεις αυτών των όρων θα πρέπει να συμφωνηθούν προκαταβολικά πριν γίνει οποιαδήποτε αλλαγή.
4.4 Ο Δραματοθεραπευτής είναι υπεύθυνος να ξεκαθαρίσει τους όρους της θεραπείας. Συγκεκριμένα, θεραπευτής και θεραπευόμενος συμφωνούν για τους όρους που θα διέπουν τη θεραπευτική σχέση, δηλαδή την πιθανή διάρκειά της, τη σταθερότητα των συνεδριών, το επαγγελματικό απόρρητο, τους οικονομικούς όρους, τις διαδικασίες ακύρωσης των ραντεβού καθώς κι εκείνες που θα ακολουθηθούν για τη διακοπή της θεραπείας και οποιοδήποτε άλλο σημαντικό θέμα.
4.5 Στις περιπτώσεις που ο Δραματοθεραπευτής εργάζεται με παιδί / έφηβο είναι σημαντικό κατά τη διάρκεια της θεραπείας με το θεραπευόμενο να προτείνεται συμβουλευτική σε άλλα πρόσωπα που τυχόν εμπλέκονται στη θεραπεία (γονείς, πρόσωπα φροντίδας κ.λ.π.)
4.6 O Δραματοθεραπευτής πρέπει να καταγράφει τις συνεδρίες σύμφωνα με τον κανονισμό του φορέα για τον οποίο δουλεύει.
4.7 O Δραματοθεραπευτής πρέπει να είναι ενήμερος ότι οι καταγραφές γραμμένες σε ηλεκτρονικό υπολογιστή υπόκεινται στους κανονισμούς του Data Protection Act 1984.
4.8 Ο Δραματοθεραπευτής ως μάρτυρας σε Δίκη απαλλάσσεται από το καθήκον μαρτυρίας ως προς τις απόρρητες πληροφορίες που του εμπιστεύεται ο θεραπευόμενός του στο πλαίσιο του επαγγέλματός του.
4.9 Σε θάνατο του θεραπευόμενού του, ο Δραματοθεραπευτής εξακολουθεί να προστατεύει την ιδιωτικότητα του θανόντα.
4.10 Σε περίπτωση θανάτου του Δραματοθεραπευτή χρειάζεται να έχει ήδη ανατεθεί κάποιο άτομο που να προστατεύει τα αρχεία των θεραπευόμενων.
4.11 Ο Δραματοθεραπευτής δε σπάει το απόρρητο για τελεσμένα εγκλήματα: το σπάει όταν αποκαλύπτεται σχέδιο τέλεσης κακουργήματος στο μέλλον.
5. ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
5.1 Στην αρχή της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να ενημερώνει τους θεραπευόμενους για την επακριβή του ιδιότητα και τους τίτλους σπουδών καθώς και για τους όρους του θεραπευτικού συμβολαίου(βλ. 4.4). Δεδομένου ότι η σχέση Δραματοθεραπευτή με το θεραπευόμενο είναι το πρωταρχικό μέλημα, ο θεραπευτής φέρει την ευθύνη να προσαρμοστεί με τις διαδικασίες και τους νόμους των αρμόδιων τοπικών αρχών για την προστασία του θεραπευόμενου.
5.2 Ο Δραματοθεραπευτής πρέπει να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε ο θεραπευόμενος να μην υφίσταται φυσική ή συναισθηματική κακοποίηση κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
5.3 Ο Δραματοθεραπευτής δεν πρέπει να εκμεταλλεύεται το θεραπευόμενο οικονομικά, σεξουαλικά, συναισθηματικά ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Η σεξουαλική εμπλοκή με το θεραπευόμενο παραβαίνει τους κανόνες της επαγγελματικής συμπεριφοράς.
5.4 Ο Δραματοθεραπευτής δεν αναλαμβάνει για ψυχοθεραπεία:
α) πρόσωπα με τα οποία συνδέεται με στενή συγγενική, φιλική, επαγγελματική, ερωτική σχέση στο παρόν ή στο παρελθόν και
β) ταυτόχρονα, σε ατομική θεραπεία πρόσωπα που έχουν μεταξύ τους συγγένεια. Εξαιρούνται θεραπείες οικογένειας, ζεύγους, αδελφών.
5.5 Ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να διασφαλίζει ένα περιβάλλον στο οποίο οι θεραπευόμενοι δεν παρακολουθούνται από κανέναν άλλο παρά μόνο από τον θεραπευτή τους. Παρατήρηση, βιντεοσκόπηση, μαγνητοφώνηση, φωτογράφιση συνεδρίας μπορεί να γίνει μόνο με τη σύμφωνη συγκατάθεση του θεραπευόμενου. Όσον αφορά στον έφηβο τα παραπάνω γίνονται με τη συναίνεση του ίδιου και των κηδεμόνων του και πάντα σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο της εκάστοτε χώρας.
5.6. Αν χρησιμοποιείται τεχνολογία, ο Δραματοθεραπευτής χρειάζεται να κάνει σαφές στον θεραπευόμενο τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται αυτό.
5.7 Στην περίπτωση που ο Δραματοθεραπευτής συνεργάζεται με κάποιο φορέα, συνεχίζει να υπηρετεί τις αξίες που διέπουν το θεραπευτικό συμβόλαιο και τον κώδικα δεοντολογίας, ακόμα κι αν του ζητηθεί από το πλαίσιο άμεσα ή έμμεσα κάποια τροποποίηση όχι προς όφελος του θεραπευόμενου αλλά προς όφελος του πλαισίου.
5.8 Ο Δραματοθεραπευτής τερματίζει τη θεραπευτική διαδικασία όταν ο ίδιος εκτιμά ότι έχει ολοκληρωθεί η θεραπεία ή όταν ο θεραπευόμενος δεν επιθυμεί πλέον να συνεχίσει. Στην περίπτωση αυτή ο θεραπευτής δέχεται την απόφαση του θεραπευόμενου αλλά έχει την υποχρέωση να τον ενημερώσει ότι χρειάζεται να συνεχίσει τη θεραπεία του ακόμη και σε άλλο πλαίσιο.
6. EΠΟΠΤΙΚΗ – ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
6.1 Αποτελεί παράβαση των επαγγελματικών κανόνων οι Δραματοθεραπευτές να εξασκούν πρακτική χωρίς τακτική Δραματοθεραπευτική εποπτεία.
6.2 Ο Δραματοθεραπευτής χρειάζεται να ασχολείται με δραστηριότητες φροντίδας εαυτού σε σωματικό και ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, πρέπει δραστήρια να καταγράφει τα όρια της δικής του αποδοτικότητας μέσω της εποπτείας ή / και προσωπικής του θεραπείας. Ένδειξη της αποδοτικότητας του θεραπευτή είναι να αναγνωρίζει τις αδυναμίες του και πότε να ζητάει βοήθεια.
6.3 Όταν ο Δραματοθεραπευτής νιώθει ή του επισημαίνεται στην εποπτεία του ότι μειώνεται η λειτουργικότητα της δουλειάς του λόγω προσωπικών ή συναισθηματικών δυσκολιών, αρρώστιας, ανικανότητας, χρήσης οινοπνεύματος ή ουσιών ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, παύει για κάποιο διάστημα να ασκεί το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή.
6.4 Η Δραματοθεραπευτική εποπτεία αναφέρεται σε μια διαδικασία που παρέχει τη δυνατότητα στους Δραματοθεραπευτές να συζητούν τις συνεδρίες τους τακτικά και ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε θεραπευτή με ένα ή περισσότερα πρόσωπα που έχουν γνώση της Δραματοθεραπείας. Ο σκοπός της εποπτείας είναι να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της σχέσης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.
6.5 Οι Δραματοθεραπευτές που είναι υφιστάμενοι σε ανώτερους ιεραρχικά διευθυντές οφείλουν να δίνουν αξιολόγηση –αναφορά της δουλειάς τους. Ο ρόλος του επόπτη πρέπει να είναι ανεξάρτητος και ξεχωριστός από το ρόλο του ανώτερου ιεραρχικά διευθυντή. Όταν ο ιεραρχικά ανώτερος διευθυντής τυχαίνει να είναι και επόπτης του συστήματος, τότε ο Δραματοθεραπευτής πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αναζητά και ανεξάρτητη εποπτεία.
6.6 Ο επόπτης αλλά και ο εκπαιδευτής οφείλει να αναγνωρίζει τη βαρύτητα της ευθύνης του ρόλου του και να αντιμετωπίζει με σεβασμό τον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο και να αναγνωρίζει τις ανάγκες του. Κάθε μορφής εκμετάλλευση από την πλευρά του επόπτη-εκπαιδευτή στον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο αποτελεί σοβαρή παράβαση του κώδικα δεοντολογίας.
6.7 Ο επόπτης – εκπαιδευτής οφείλει να ενημερώνει στην αρχή της συνεργασίας τον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο για τους όρους του συμβολαίου που θα διέπει την εποπτική – εκπαιδευτική σχέση (βασικές αρχές, οικονομικοί όροι, απόρρητο, τακτικότητα συναντήσεων, όρους διακοπής της συνεργασίας. Αν χρησιμοποιείται τεχνολογία, ο Δραματοθεραπευτής χρειάζεται να κάνει σαφές στον εποπτευόμενο τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται αυτό.
6.8 Οποιαδήποτε σύναψη ερωτικής σχέσης με εκπαιδευόμενο ή εποπτευόμενο κατά τη διάρκεια της συνεργασίας αποτελεί παράβαση του κώδικα δεοντολογίας.
6.9 Όταν ο εποπτευόμενος δηλώσει την επιθυμία διακοπής της συνεργασίας, ο επόπτης σέβεται την επιθυμία του αλλά οφείλει να ενημερώσει τον εποπτευόμενο ότι χρειάζεται να συνεχίσει έστω και σε άλλο πλαίσιο.
6.10 Απαγορεύεται η θεραπεία και η εποπτεία με το ίδιο άτομο.
7. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ
7.1 Ο Δραματοθεραπευτής δεν πρέπει να χειρίζεται την επαγγελματική του πρακτική με τρόπο που να υπονομεύει τη δημόσια εμπιστοσύνη ή τη δουλειά άλλων Δραματοθεραπευτών.
7.2 Ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να συνεργάζεται με άλλες ειδικότητες διεπιστημονικά και να παραπέμπει το θεραπευόμενο σε επαγγελματία άλλης ειδικότητας όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.
7.3 Όταν νιώθει ο Δραματοθεραπευτής ότι ο θεραπευόμενος θα ωφεληθεί από ψυχοθεραπευτική παρέμβαση άλλης κατεύθυνσης παραπέμπει το θεραπευόμενο.
7.4 Ο Δραματοθεραπευτής δεν αναλαμβάνει θεραπευόμενο που ήδη βρίσκεται σε ψυχοθεραπευτική διαδικασία με άλλον επαγγελματία, εκτός αν υπάρχει για πολύ συγκεκριμένους λόγους και πάντα με γνώμονα το όφελος του θεραπευόμενου συμφωνία των τριών (δυο θεραπευτών και θεραπευόμενου).
7.5 Σε διεπιστημονικές ομάδες ο Δραματοθεραπευτής χρειάζεται να διατηρεί το απόρρητο και να αξιολογεί πόσες πληροφορίες θα μοιραστεί.
8. ΕΡΕΥΝΑ-ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
8.1 Η έρευνα και οι δημοσιεύσεις, ανακοινώσεις, ομιλίες αποτελούν ένα από τα βασικά μελήματα του Δραματοθεραπευτή τόσο ως κριτήριο προσωπικής επαγγελματικής εξέλιξης όσο και για την προώθηση της προσέγγισης που υπηρετεί.
8.2 Σε έρευνα -δημοσιεύσεις-ανακοινώσεις που αναλαμβάνει ο Δραματοθεραπευτής, σε περίπτωση που αναφέρεται σε κλινικά παραδείγματα είναι απαραίτητο να υπάρχει η γραπτή συγκατάθεση του θεραπευόμενου και να συγκαλυφθεί η ταυτότητά του.
8.3 Αν η έρευνα διεξάγεται σε κάποιο πλαίσιο, ο Δραματοθεραπευτής οφείλει να σέβεται τους κανονισμούς του πλαισίου και να κινείται σύμφωνα με τις αρχές της ηθικής και της αξιοπιστίας που διέπουν την έρευνα σε διεθνές επίπεδο.
8.4 Όταν ο Δραματοθεραπευτής έχει χρησιμοποιήσει ή έχει επηρεαστεί από τη δουλειά συναδέλφου, οφείλει να το αναγνωρίζει κι όταν προβαίνει σε προφορικές ή γραπτές ανακοινώσεις να αναφέρεται το όνομα αυτού στη βιβλιογραφία σύμφωνα με τον κώδικα περί πνευματικής ιδιοκτησίας.
8.5 Σε περίπτωση που κάποιο μέλος της ένωσης θίγεται σχετικά με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας δικαιούται να ζητήσει την παρέμβαση της ΠΕΕΔΠ.
9. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Για τη διαφύλαξη του Κώδικα και της ορθής επαγγελματικής πρακτικής από τα μέλη της ΠΕΕΔΠ το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει να ορίσει ή να διενεργήσει εκλογές για τη σύσταση επιτροπής δεοντολογίας. Η επιτροπή θα είναι τριμελής και θα φροντίζει για την τήρηση του Κώδικα. Σε περίπτωση παραβιάσεων των όρων του Κώδικα είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση της κατάστασης και δύναται να προτείνει και τη διαγραφή μέλους (σε περίπτωση σοβαρής ηθικής παραβίασης).
Να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα το επαγγελματικό απόρρητο αφορά σε ηθική δέσμευση του Δραματοθεραπευτή και δεν έχει νομική ισχύ. Ως εκ τούτου, οι όποιες κυρώσεις δεν είναι πειθαρχικές αλλά ποινικές.
***Η σύνταξη του Κώδικα δεοντολογίας τροποποιήθηκε από το ΔΣ της ΠΕΕΔΠ τον Νοέμβριο του 2017 και ψηφίστηκε στη Γενική Συνέλευση.
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1.1 Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας απευθύνεται σε όλα τα μέλη της Πανελλήνιας Επαγγελματικής Ένωσης Δραματοθεραπευτών και Παιγνιοθεραπευτών ( Π.Ε.Ε.Δ.Π.).
1.2 Στόχος του Κ.Δ. είναι να επισημάνει στα μέλη της Ένωσης την ευθύνη τους απέναντι στην ιδιότητα του ψυχοθεραπευτή, του επόπτη και του εκπαιδευτή καθώς και στη σχέση τους με τους θεραπευόμενους ,τους εκπαιδευόμενους, τους εποπτευόμενους, τους συναδέλφους και τους φορείς με τους οποίους συνεργάζονται.
1.3 Η συμμετοχή στην Π.Ε.Ε.Δ.Π. προϋποθέτει ότι τα μέλη της αποδέχονται και λειτουργούν σύμφωνα με τον ισχύοντα Κώδικα Δεοντολογίας.
2. Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΙΓΝΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
2.1 Η Παιγνιοθεραπεία ως ψυχοθεραπευτική προσέγγιση είναι μία δυναμική διαδικασία μεταξύ παιδιού και Παιγνιοθεραπευτή, στην οποία το παιδί εξερευνά με τους δικούς τους ρυθμούς και με τη δική του διάταξη θέματα περασμένα και τωρινά, συνειδητά και ασυνείδητα, τα οποία επηρεάζουν τη ζωή του στο παρόν. Ο εσωτερικός πλούτος του παιδιού διευκολύνεται μέσω της θεραπευτικής συμμαχίας για να επέλθει ανάπτυξη και αλλαγή.
2.2 Η Παιγνιοθεραπεία έχει ως κεντρικό άξονα το θεραπευόμενο (παιδί). Παρόλο που έχει ταυτιστεί με τη θεραπεία παιδιών, λειτουργεί επίσης με εφήβους και ενήλικες, όταν αυτοί μπορούν και επιθυμούν να δουλέψουν σε συμβολικό επίπεδο. Στη θεραπευτική διαδικασία το παιχνίδι και η δράση αποτελούν το πρωταρχικό μέσο ενώ ο λόγος συμπληρώνει και πλαισιώνει τη δράση.
2.3 Οι ανθρώπινες αξίες, ο σεβασμός στον άνθρωπο είναι για τα μέλη της Π.Ε.Ε.Δ.Π. πρωταρχικής σημασίας. Ο τρόπος με τον οποίο τα μέλη ασκούν τη θεραπευτική, εποπτική και εκπαιδευτική πρακτική είναι σύμφωνος με τις αρχές της παρούσας δεοντολογίας.
2.4 Βασικές αρχές που διέπουν τη θεραπευτική διαδικασία είναι η εχεμύθεια και η εμπιστοσύνη καθώς και η έλλειψη οποιασδήποτε διάκρισης με κριτήριο το φύλο, το θρήσκευμα, την ιδεολογία, την καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την εθνικότητα ή το χρώμα.
3. Η ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ-ΠΑΙΓΝΙΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ
3.1 Ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο σπουδών του πριν την πρακτική εξάσκηση επαγγέλματος.
3.2 Ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να χρησιμοποιεί τίτλους σπουδών που ανταποκρίνονται στα πραγματικά επαγγελματικά του προσόντα.
3.3 Απαραίτητη προϋπόθεση για την εξάσκηση της ψυχοθεραπευτικής πρακτικής αποτελεί η συμπλήρωση των απαιτούμενων ωρών προσωπικής θεραπείας.
3.4 Αποτελεί παράβαση των επαγγελματικών κανόνων οι Παιγνιοθεραπευτές να εξασκούν πρακτική χωρίς τακτική εποπτεία ή/και συμβουλευτική υποστήριξη.
3.5 Ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να συντηρεί ανοδικά την επαγγελματική του ανάπτυξη, να παρακολουθεί τις επιστημονικές εξελίξεις του κλάδου του και να εξελίσσει τις θεραπευτικές δεξιότητές του. Η Δια Βίου Μάθηση κρίνεται απαραίτητη.
3.6 Pro bono publico: Ο Παιγνιοθεραπευτής χρειάζεται να προσφέρει κάποιες υπηρεσίες του δωρεάν για το κοινό καλό.
4. ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ
4.1 Κατά τη διάρκεια των συνεδριών o Παιγνιοθεραπευτής πρέπει να παίρνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των παιδιών.
4.2 Ο τρόπος δουλειάς που χρειάζεται να γίνει θα πρέπει να συμφωνηθεί με τον ενδιαφερόμενο και στην περίπτωση θεραπείας με παιδιά με αυτούς που έχουν την ευθύνη του παιδιού και γενικότερα με τυχόν άλλους επαγγελματίες που βοηθούν το παιδί.
4.3 Μεταγενέστερες επαναδιαπραγματεύσεις αυτών των όρων θα πρέπει να συμφωνηθούν προκαταβολικά πριν γίνει οποιαδήποτε αλλαγή.
4.4 Ο Παιγνιοθεραπευτής είναι υπεύθυνος να ξεκαθαρίσει τους όρους της θεραπείας. Συγκεκριμένα, θεραπευτής και θεραπευόμενος συμφωνούν για τους όρους που θα διέπουν τη θεραπευτική σχέση, δηλαδή: την πιθανή διάρκειά της, τη σταθερότητα των συνεδριών, το επαγγελματικό απόρρητο, ενώ τα άτομα που έχουν την ευθύνη του παιδιού ενημερώνονται επιπλέον και για τους οικονομικούς όρους, τις διαδικασίες ακύρωσης των ραντεβού καθώς κι εκείνες που θα ακολουθηθούν για τη διακοπή της θεραπείας, και οποιοδήποτε άλλο σημαντικό θέμα.
4.5 Είναι σημαντικό κατά τη διάρκεια της θεραπείας με το θεραπευόμενο να προτείνεται συμβουλευτική σε άλλα πρόσωπα που τυχόν εμπλέκονται στη θεραπεία.
4.6 O Παιγνιοθεραπευτής πρέπει να καταγράφει τις συνεδρίες σύμφωνα με τον κανονισμό του φορέα για τον οποίο δουλεύει.
4.7 O Παιγνιοθεραπευτής πρέπει να είναι ενήμερος ότι οι καταγραφές γραμμένες σε ηλεκτρονικό υπολογιστή υπόκεινται στους κανονισμούς του Data Protection Act 1984.
4.8 Ο Παιγνιοθεραπευτής ως μάρτυρας σε Δίκη απαλλάσσεται από το καθήκον μαρτυρίας ως προς τις απόρρητες πληροφορίες που του εμπιστεύεται ο θεραπευόμενός του στο πλαίσιο του επαγγέλματός του.
4.9 Σε θάνατο του θεραπευόμενού του, ο Παιγνιοθεραπευτής εξακολουθεί να προστατεύει την ιδιωτικότητα του θανόντα.
4.10 Σε περίπτωση θανάτου του Παιγνιοθεραπευτή χρειάζεται να έχει ήδη ανατεθεί κάποιο άτομο που να προστατεύει τα αρχεία των θεραπευόμενων.
4.11 Ο Παιγνιοθεραπευτής δε σπάει το απόρρητο για τελεσμένα εγκλήματα: το σπάει όταν αποκαλύπτεται σχέδιο τέλεσης κακουργήματος στο μέλλον.
5. ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
5.1 Στην αρχή της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να ενημερώνει τους θεραπευόμενους ή/ και τα άτομα που έχουν την ευθύνη αυτών όταν πρόκειται για παιδιά σχετικά με την επακριβή του ιδιότητα και τους τίτλους σπουδών καθώς και για τους όρους του θεραπευτικού συμβολαίου(βλ. 4.4). Δεδομένου ότι η σχέση Παιγνιοθεραπευτή με το θεραπευόμενο είναι το πρωταρχικό μέλημα, ο θεραπευτής φέρει την ευθύνη να προσαρμοστεί με τις διαδικασίες και τους νόμους των αρμόδιων τοπικών αρχών για την προστασία του θεραπευόμενου.
5.2 Ο Παιγνιοθεραπευτής πρέπει να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε το παιδί να μην υφίσταται φυσική ή συναισθηματική κακοποίηση κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
5.3 Ο Παιγνιοθεραπευτής δεν πρέπει να εκμεταλλεύεται τον θεραπευόμενο οικονομικά, σεξουαλικά, συναισθηματικά ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Η σεξουαλική εμπλοκή με το θεραπευόμενο παραβαίνει τους κανόνες της επαγγελματικής συμπεριφοράς.
5.4 Ο Παιγνιοθεραπευτής δεν αναλαμβάνει για ψυχοθεραπεία:
α) πρόσωπα με τα οποία συνδέεται με στενή συγγενική, φιλική, επαγγελματική, ερωτική σχέση στο παρόν ή στο παρελθόν και
β) ταυτόχρονα, σε ατομική θεραπεία πρόσωπα που έχουν μεταξύ τους συγγένεια. Εξαιρούνται θεραπείες οικογένειας, ζεύγους, αδελφών.
5.5 Ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να διασφαλίζει ένα περιβάλλον στο οποίο οι θεραπευόμενοι δεν παρακολουθούνται από κανέναν άλλο παρά μόνο από το θεραπευτή τους. Παρατήρηση, βιντεοσκόπηση, μαγνητοφώνηση, φωτογράφηση συνεδρίας μπορεί να γίνει μόνο με τη σύμφωνη συγκατάθεση του θεραπευόμενου. Όσον αφορά στο παιδί τα παραπάνω γίνονται με τη συναίνεση του ίδιου και των κηδεμόνων του και πάντα σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο της εκάστοτε χώρας.
5.6. Αν χρησιμοποιείται τεχνολογία, ο Παιγνιοθεραπευτής χρειάζεται να κάνει σαφές στον θεραπευόμενο τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται αυτό.
5.7Στην περίπτωση που ο Παιγνιοθεραπευτής συνεργάζεται με κάποιο φορέα, συνεχίζει να υπηρετεί τις αξίες που διέπουν το θεραπευτικό συμβόλαιο και τον κώδικα δεοντολογίας, ακόμα κι αν του ζητηθεί από το πλαίσιο άμεσα ή έμμεσα κάποια τροποποίηση όχι προς όφελος του θεραπευόμενου αλλά προς όφελος του πλαισίου.
5.8 Ο Παιγνιοθεραπευτής τερματίζει τη θεραπευτική διαδικασία όταν εκτιμά ότι έχει ολοκληρωθεί η θεραπεία ή όταν ο θεραπευόμενος δεν επιθυμεί πλέον να συνεχίσει. Στην περίπτωση αυτή ο θεραπευτής δέχεται την απόφαση του θεραπευόμενου αλλά έχει την υποχρέωση να ενημερώσει αυτόν ή τα άτομα που έχουν την ευθύνη του όταν πρόκειται για ανήλικο ότι χρειάζεται να συνεχίσει τη θεραπεία του ακόμη και σε άλλο πλαίσιο.
6. EΠΟΠΤΙΚΗ – ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
6.1 Αποτελεί παράβαση των επαγγελματικών κανόνων οι Παιγνιοθεραπευτές να εξασκούν πρακτική χωρίς τακτική Παιγνιοθεραπευτική εποπτεία ή και συμβουλευτική υποστήριξη.
6.2 Ο Παιγνιοθεραπευτής χρειάζεται να ασχολείται με δραστηριότητες φροντίδας εαυτού σε σωματικό και ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, πρέπει δραστήρια να καταγράφει τα όρια της δικής του αποδοτικότητας μέσω της εποπτείας ή / και προσωπικής του θεραπείας. Ένδειξη της αποδοτικότητας του θεραπευτή είναι να αναγνωρίζει τις αδυναμίες του και πότε να ζητάει βοήθεια.
6.3 Όταν ο Παιγνιοθεραπευτής νιώθει ή του επισημαίνεται στην εποπτεία του ότι μειώνεται η λειτουργικότητα της δουλειάς του λόγω προσωπικών ή συναισθηματικών δυσκολιών, αρρώστιας, ανικανότητας, χρήσης οινοπνεύματος ή ουσιών ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, δεν ασκεί το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή.
6.4 Η Παιγνιοθεραπευτική εποπτεία αναφέρεται σε μια διαδικασία που παρέχει τη δυνατότητα στους Παιγνιοθεραπευτές να συζητούν τις συνεδρίες τους τακτικά και ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε θεραπευτή με ένα ή περισσότερα πρόσωπα που έχουν γνώση της Παιγνιοθεραπείας. Ο σκοπός της εποπτείας είναι να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της σχέσης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου
.
6.5 Οι Παιγνιοθεραπευτές που είναι υφιστάμενοι σε ανώτερους ιεραρχικά διευθυντές οφείλουν να δίνουν αξιολόγηση –αναφορά της δουλειάς τους. Ο ρόλος του επόπτη πρέπει να είναι ανεξάρτητος και ξεχωριστός από το ρόλο του ανώτερου ιεραρχικά διευθυντή. Όταν ο ιεραρχικά ανώτερος διευθυντής τυχαίνει να είναι και επόπτης του συστήματος, τότε ο Παιγνιοθεραπευτής πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αναζητά και ανεξάρτητη εποπτική-συμβουλευτική υποστήριξη.
6.6 Ο επόπτης αλλά και ο εκπαιδευτής οφείλει να αναγνωρίζει τη βαρύτητα της ευθύνης του ρόλου του και να αντιμετωπίζει με σεβασμό τον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο και να αναγνωρίζει τις ανάγκες του. Κάθε μορφής εκμετάλλευση από την πλευρά του επόπτη-εκπαιδευτή στον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο αποτελεί σοβαρή παράβαση του κώδικα δεοντολογίας.
6.7 Ο επόπτης – εκπαιδευτής οφείλει να ενημερώνει στην αρχή της συνεργασίας τον εποπτευόμενο-εκπαιδευόμενο για τους όρους του συμβολαίου που θα διέπει την εποπτική – εκπαιδευτική σχέση (βασικές αρχές, οικονομικοί όροι, απόρρητο, τακτικότητα συναντήσεων, όρους διακοπής της συνεργασίας). Αν χρησιμοποιείται τεχνολογία, ο Παιγνιοθεραπευτής χρειάζεται να κάνει σαφές στον εποπτευόμενο τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται αυτό.
6.8 Οποιαδήποτε σύναψη ερωτικής σχέσης με εκπαιδευόμενο ή εποπτευόμενο κατά τη διάρκεια της συνεργασίας αποτελεί παράβαση του κώδικα δεοντολογίας.
6.9 Όταν ο εποπτευόμενος δηλώσει την επιθυμία διακοπής της συνεργασίας, ο επόπτης σέβεται την επιθυμία του πρώτου αλλά οφείλει να ενημερώσει τον εποπτευόμενο ότι χρειάζεται να συνεχίσει έστω και σε άλλο πλαίσιο.
6.10 Απαγορεύεται η θεραπεία και η εποπτεία με το ίδιο άτομο.
7. ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ
7.1 Ο Παιγνιοθεραπευτής δεν πρέπει να χειρίζεται την επαγγελματική του πρακτική με τρόπο που να υπονομεύει τη δημόσια εμπιστοσύνη ή τη δουλειά άλλων Παιγνιοθεραπευτών.
7.2 Ο Παιγνιοθεραπευτής οφείλει να συνεργάζεται με άλλες ειδικότητες διεπιστημονικά και να παραπέμπει το θεραπευόμενο σε επαγγελματία άλλης ειδικότητας, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.
7.3 Όταν νιώθει ο Παιγνιοθεραπευτής ότι ο θεραπευόμενος θα ωφεληθεί από ψυχοθεραπευτική παρέμβαση άλλης κατεύθυνσης παραπέμπει το θεραπευόμενο.
7.4 Ο Παιγνιοθεραπευτής δεν αναλαμβάνει θεραπευόμενο που ήδη βρίσκεται σε ψυχοθεραπευτική διαδικασία με άλλον επαγγελματία, εκτός αν υπάρχει για πολύ συγκεκριμένους λόγους και πάντα με γνώμονα το όφελος του θεραπευόμενου συμφωνία των τριών (δυο θεραπευτών και θεραπευόμενου).
7.5 Σε διεπιστημονικές ομάδες ο Παιγνιοθεραπευτής χρειάζεται να διατηρεί το απόρρητο και να αξιολογεί πόσες πληροφορίες θα μοιραστεί.
8. ΕΡΕΥΝΑ-ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
8.1 Η έρευνα και οι δημοσιεύσεις, ανακοινώσεις, ομιλίες αποτελούν ένα από τα βασικά μελήματα του Παιγνιοθεραπευτή τόσο ως κριτήριο προσωπικής επαγγελματικής εξέλιξης όσο και για την προώθηση της προσέγγισης που υπηρετεί.
8.2 Σε έρευνα -δημοσιεύσεις-ανακοινώσεις που αναλαμβάνει ο Παιγνιοθεραπευτής,σε περίπτωση που αναφέρεται σε κλινικά παραδείγματα είναι απαραίτητο να υπάρχει η γραπτή συγκατάθεση του θεραπευόμενου και να συγκαλυφθεί η ταυτότητά του.
8.3 Αν η έρευνα διεξάγεται σε κάποιο πλαίσιο, ο θεραπευτής οφείλει να σέβεται τους κανονισμούς του πλαισίου και να κινείται σύμφωνα με τις αρχές της ηθικής και της αξιοπιστίας που διέπουν την έρευνα σε διεθνές επίπεδο.
8.4 Όταν ο Παιγνιοθεραπευτής έχει χρησιμοποιήσει ή έχει επηρεαστεί από τη δουλειά συναδέλφου, οφείλει να το αναγνωρίζει, ενώ όταν προβαίνει σε προφορικές ή γραπτές ανακοινώσεις, πρέπει να αναφέρει το όνομα αυτού στη βιβλιογραφία σύμφωνα με τον κώδικα περί πνευματικής ιδιοκτησίας.
8.5 Σε περίπτωση που κάποιο μέλος της ένωσης θίγεται σχετικά με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας δικαιούται να ζητήσει την παρέμβαση της ΠΕΕΔΠ.
9.ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Για τη διαφύλαξη του Κώδικα και της ορθής επαγγελματικής πρακτικής από τα μέλη της ΠΕΕΔΠ το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει να ορίσει ή να διενεργήσει εκλογές για τη σύσταση επιτροπής δεοντολογίας. Η επιτροπή θα είναι τριμελής και θα φροντίζει για την τήρηση του Κώδικα. Σε περίπτωση παραβιάσεων των όρων του Κώδικα είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση της κατάστασης και δύναται να προτείνει και τη διαγραφή μέλους (σε περίπτωση σοβαρής ηθικής παραβίασης).
Να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα το επαγγελματικό απόρρητο αφορά σε ηθική δέσμευση του Παιγνιοθεραπευτή και δεν έχει νομική ισχύ. Ως εκ τούτου, οι όποιες κυρώσεις δεν είναι πειθαρχικές αλλά ποινικές.
***Η σύνταξη του Κώδικα δεοντολογίας τροποποιήθηκε από το ΔΣ της ΠΕΕΔΠ τον Νοέμβριο του 2017 και ψηφίστηκε στη Γενική Συνέλευση.